υπομήρια

υπομήρια
Α
πληγές στο εσωτερικό μέρος τών μηρών από τριβή τής επιδερμίδας κατά το βάδισμα ή την ιππασία, διατρίμματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)-* + μηρός + κατάλ. -ίον].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”